“ Παρουσία του πελάτου ”
Ολοζώντανη στα μάτια μου η εικόνα του χασάπικου:
Ο χασάπης μεσ το αίμα, από την ποδιά μέχρι και τα δάχτυλα του, ο πάγκος του μεγάλος κορμός δέντρου(?) με τέσσερα ένθετα πόδια πάνω στον οποίο κομμάτια κρέατος, αδελφωμένα με σμήνη μυγών έπαιζαν την ανοιχτόμυγα, περιμένοντας την επιλογή τους από τον πελάτη. Ένα κιλό σβέρκο και έξη μύγες δώρο, έτσι πήγαινε. Ο χασάπης είχε και μία “αλογοουρά”(?) πώς να την πω, ένα μικρό λεπτό ξύλινο ραβδάκι 25-30 εκατοστών, στην άκρη του οποίου κρέμονταν κάτι τρίχες(?) φτερά(?) κάτι τέλος πάντων σαν την ουρά του χαρταετού, το οποίο, από καιρού εις καιρόν, το πηγαινόφερνε πάνω από τα εκθέματα του, για να διώχνει τα συγκεκριμένα έντομα, αλλά αυτά το έπαιρναν για παιχνίδι και τον προκαλούσαν ξανά και ξανά.
Το μωσαϊκό, ή οι μαυρόπλακες, ή και το χωματένιο δάπεδο, είχε λεκέδες από αίμα, μπορούσες να τους μετράς να περνάει η ώρα μέχρι νάρθει η σειρά σου. Τώρα που είπα σειρά, θυμάμαι με οργή πάντα, πως ο δικός μας ο χασάπης με άφηνε πάντα τελευταία, όταν ήμουνα παιδάκι, και έδινε προτεραιότητα πάντα στους μεγάλους. Με έβρισκε το μεσημέρι και δεν με πίστευε και η μαμά μου.
Πρωτόγονες εικόνες, σκληρές ενίοτε, με την εσάνς του φρέσκου αίματος να σε ακολουθεί, με το έτσι θέλω, παρέα μέχρι το σπίτι.
Το μόνο έκθεμα που ξεχώριζε και δεν συμβάδιζε με την εποχή του, ήταν η, πάντα, παρούσα ταμπέλα: “ Ο κιμάς κόπτεται παρουσία του πελάτου”! Σπάνια γραμμένη με το χέρι, κυρίως με γράμματα τυποποιημένα. Η έντυπη αυτή δήλωση έδινε, προφανώς, την σιγουριά στον αγοραστή πως δεν θα του πουλούσαν ψοφίμια αλεσμένα από πριν.
Ο κιμάς σήμερα είναι ήδη κομμένος, έτοιμος, τις περισσότερες φορές, σε απαστράπτουσες προθήκες προφυλαγμένος, τα δεκάδες είδη κρεάτων, τεμαχισμένα χειρουργικά και φρεσκοπλυμένα, αν και ωμά, δείχνουν λαχταριστά, οι μύγες σνομπάρουν κι έχουν βρει στέκι αλλού και οι κρεοπώλες, ενίοτε έως και πολλάκις, είναι λιμπιστικοί και ερωτεύσιμοι!
Εγώ, όση ώρα σου μιλώ, απώλεσα ήδη την οργή μου προς τον χασάπη των παιδικών μου χρόνων, ντύνομαι, παρφουμαρίζομαι, περνάω μιά γρήγορη τις βλεφαρίδες, και τραβώ προς την αγορά. Στην κατάψυξη έχω απ όλα, βοοειδή, χοιρινά, πουλερικά, αλλά κιμά; Μόνο δύο κιλά. Θα πάω! Θα πάω σε εκείνον τον νεαρό κρεοπώλη, που άνοιξε τώρα στη γωνία. Αστράφτει το μαγαζί του, λάμπει και ο ίδιος. Και δεν σου είπα, σκουπίζω στο χαλάκι τα παπούτσια μου, τα βγάζω και μπαίνω με το καλσόν. Τέτοια καθαριότητα μέσα, τόσο αγνό και καθαρό το βλέμμα του! Αν αργήσω μη με ψάχνεις… πνίγεται σου λέω στην πελατεία.
Αγνή Ζησίδου
Σύρος, των Θεοφανίων του 2020
Comments